- ἐκπαγλότατ'
- ἐκπαγλότατα , ἔκπαγλοςterribleadverbial superlἐκπαγλότατα , ἔκπαγλοςterribleneut nom/voc/acc superl plἐκπαγλότατε , ἔκπαγλοςterriblemasc voc superl sgἐκπαγλόταται , ἔκπαγλοςterriblefem nom/voc superl pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.